Είναι ένα από τα κομψότερα εστιατόρια της πόλης, σε ένα όμορφα ανακαινισμένο νεοκλασικό, με μια μικρή, ατμοσφαιρικά φωτισμένη, πράσινη πίσω αυλή για το καλοκαίρι. Το στιλ όμως δεν είναι το μόνο του ατού….
Ο Γκίκας Ξενάκης είναι από τους ικανότερους και σεμνότερους σεφ της νέας γενιάς, ένας σεφ με ιδέες, άποψη και άριστη τεχνική που δημιουργεί ένα πολύ ξεχωριστό ρεπερτόριο μοντέρνας ελληνικής κουζίνας, αρτυμένης με δημιουργικότητα, που κερδίζει τις εντυπώσεις!
Πληθωρική και συγχρόνως ευγενική η μαγειρική του, απογειωτικά ανανεωτική και συνάμα συγκινητικά οικεία, μοντέρνα αλλά και ανακουφιστικά φιλική. Κάπου είχα διαβάσει ότι αν υπήρχε βραβείο για γκουρμέ comfort food, θα έπρεπε το δίχως άλλο να του απονεμηθεί…Πόσο δίκιο είχαν!
Βρεθήκαμε εκεί ένα ζεστό βράδυ του Ιουνίου, στο πλαίσιο του φετινού γαστρονομικού χάπενινγκ “Ημέρες Βραβευμένης Γαστρονομίας” για να δοκιμάσουμε το ειδικό μενού που ετοίμασε ο Σεφ για εμάς.
Ένα μενού 5 πιάτων, τον δρόμο για το οποίο μας άνοιξαν τα χειροποίητα ψωμάκια συνοδεία βούτυρου αρωματισμένου με πορτσίνι και σχοινόπρασο!
Καθώς τα πρώτα πιάτα κατευθύνονται προς το τραπέζι μας η μυρωδιά της τρούφας που «φλερτάρει» γαργαλιστικά με τους οσφρητικούς μας υποδοχείς μας κάνει ακόμα πιο ανυπόμονους…
Voilà! Αυγά με πατάτες και τρούφα. Αυγά μάτια με 2 υφές πατάτας (σε κρέμα και σε chips), αυγοτάραχο και λάδι τρούφας. Ένα πιάτο όπου η συγκλονιστική απλότητα της πιο καλοκαιρινής, γευστικής ανάμνησης των παιδικών μας χρόνων (αυγά με πατάτες) συναντιέται αριστοτεχνικά με δύο «αιρετικά» (για τις ημέρες μας) υλικά, το αυγοτάραχο και το λάδι τρούφας σε ένα συνδυασμό ουσιαστκής, βαθιάς νοστιμιάς. Εξαιρετική εναλλαγή υφών με μοναδική, μικρή, παραφωνία την θερμοκρασία των αυγών (που έφτασαν σε εμάς ελαφρώς κρύα), στερώντας από το πιάτο κάτι από την αίσθηση της θαλπωρής που κατά τα άλλα δημιουργούσε.
Οι ψητές γαρίδες με τοπιναμπούρ, ξινόμηλο και σάλτσα από το ζωμό τους, το δεύτερο πιάτο αυτής της γευστικής ακολουθίας, πήραν αμέσως μετά την θέση τους στον τραπέζι μας. Το τοπιναμπούρ (κρέμα από αγκινάρες Ιερουσαλήμ, όπως πολύ διαφωτιστικά μας διευκρίνησε ο ευγενέστατος εξυπηρετητής μας) έδινε μια ενδιαφέρουσα ένταση, μεταλλικότητα και φρεσκάδα στην γευστικά ουδέτερη, πλην αριστοτεχνικά ψημένη γαρίδα. Και η έκπληξη σταματούσε κάπου εκεί…Το ξινόμηλο και το μελισσόχορτο, ίσως υπερβολικά διακριτικά(;), κρίθηκαν και επίσημα οι γευστικοί αγνοούμενοι αυτού του πιάτου.
Και τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, σκέφτηκα, καθώς τα δύο επόμενα πάτα περιέχουν ως βασικά τους συστατικά τα μοσχαρίσια γλυκάδια και το αρνί, δύο πρώτες ύλες που κάθε άλλο παρά γευστική αδημονία μου προκαλούν. Για να δούμε….
Πρώτο από τα δύο φτάνει το ρβιόλι. Ραβιόλι γεμιστό με άγρια μανιτάρια, μοσχαρίσια γλυκάδια και ζωμό αρωματισμένο με τρούφα. Ένα πιάτο έκπληξη, με μια έντονη γέωδη νοστιμιά όπου η υπόγλυκα «κρεάτινη» γεύση των γλυκαδιών ραφινάρεται μοναδικά από την «χωμάτινη» συνεισφορά των άγριων μανιταριών και υπογραμμίζεται από το απογειωτικό άρωμα της τρούφας. Πόσο ευχάριστα ανατρεπτική αυτή η γευστική εμπειρία!
Και έρχεται η σειρά για το σιγοψημένο αρνάκι με πουρέ γλυκοπατάτας, σπαράγγια, crumble ρυζιού αντί ξινόχοντρου και σάλτσα γραβιέρας. Η αλήθεια είναι ότι μετά την προηγούμενη γευστική ανατροπή, η προσέγγιση αυτή την φορά ήταν λιγότερο επιφυλακτική. Πολύ καλά και άψογα εκτελεσμένο πιάτο με το αρνί, ψημένο εξαιρετικά, να συμπληρώνεται από τραγανά σπαράγγια, γλυκόξινο καρότο τουρσί(;), έναν απόλυτα comfort πουρέ γλυκοπατάτας και ένα crumble ρυζιού,που σαν «εναλλακτικό» ποπ –κορν συμπληρώνε το γοητευτικό παιχνίδι εναλλαγής υφών. Η σάλτσα γραβιέρας κάπως αδιόρατα παρούσα, καθόλου δεν μου έλειψε.
Και καθώς η γευστική αυτή παρέλαση πλησιάζει σιγά-σιγά στο τέλος της, μια κρεμέ λευκής σοκολάτας με εσπεριδοειδή, παγωτό κυδώνι και σαμπλέ αμυγδάλου έρχεται να μας γλυκάνει. Καθηλωτικά οικείες γεύσεις (μου έφεραν στο μυαλό αναμνήσεις παιδικής κρέμας και μπισκότων Μιράντα!!) σε ένα τεχνικά άρτιο γλυκό με ένα παγωτό κυδώνι του ονείρου να σε ταξιδεύει νοσταλγικά εκεί που ποτέ δεν θα ξεχάσεις….
Το σέρβις ευγενικό, επαγγελματικό και πλήρως κατατοπισμένο.
Φυσικά δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στον ιδανικό σύντροφο ενός καλού γεύματος: το ποτό. Αρκετά περιεκτική, ενημερωμένη και αντιπροσωπευτική η λίστα κρασιών: 22 επιλογές σε ποτήρι, κυρίως από Ελλάδα. Μας εντυπωσίασαν οι 5 επιλογές αφρωδών. Θα περιμέναμε περισσότερες επιλογές από τον διεθνή αμπελώνα, κυρίως στα ερυθρά (με 2 επιλογές μόνο από Ριόχα και Ροδανό – ασφαλώς εξαιρετικές και οι 2). Στις φιάλες υπάρχει μια αρκετά πλούσια κάρτα, με έμφαση φυσικά στον ελληνικό αμπελώνα (και με γεωγραφική διαστρωμάτωση των επιλογών) με την Μακεδονία και την Σαντορίνη να παίρνουν κεφάλι στα λευκά, με 7-8 επιλογές καθεμιά. Ασφαλώς στον ξένο αμπελώνα παίζει μπάλα πρωτίστως η Γαλλία. Δεν θα μας χαλούσαν, επίσης, περισσότερες επιλογές στα ροζέ ειδικά σε μια κάρτα που συνοδεύει καλοκαιρινό μενού, αφού οι 9 επιλογές φαντάζουν μάλλον λίγες – πάντως αξιόλογες. Στα ερυθρά κονταροχτυπιούνται επάξια η Μακεδονία με την Πελλοπόνησο, με ωραίες εκπλήξεις να γεφυρώνουν τις 2 κραταιές αμπελουργικά περιοχές του ελληνικού αμπελώνα όπως το Cuvee 589 του 2012, το αποτέλεσμα της σύμπραξης Χρυσοχόου και Παλυβού που παντρεύουν το Ξινόµαυρο με το Αγιωργίτικο. Εκτός συνόρων πάλι την μερίδα του λέοντος έχει η Γαλλία αλλά δεν λείπουν ετικέτες κυρίως από τον Νέο Κόσμο.
Οι τιμές στις περισσότερες περιπτώσεις λογικές, τουτέστιν διπλάσιες της τιμής της κάβας. Εμείς δεν μπορέσαμε ν’ αντισταθούμε στο “Riesling ‘14” του Hugel από Αλσατία για αρχή που με τα υπολειμματικά του ζάκχαρα, την καλή οξύτητα και την στρογγυλάδά στο στόμα ισορρόπησε τόσο τα αυγά όσο και τις εξωτικές γαρίδες. Αλλά και όταν περάσαμε στο αρνί πάλι Γαλλία εμπιστευτήκαμε και μάλιστα Ροδανό, αφού στα ποτήρια μας έπεσε το νέκταρ “Cotes du Rhone” του 2013 του E. Guigal – μαγική συμπύκνωση, στιβαρό στόμα και επίγευση με την οποία ακόμα παραμιλάμε… Γενικώς σοβαρή οινική προσέγγιση, καλό σερβίρισμα (ποτήρια, θερμοκρασία, συμβουλές απ’ το προσωπικό) και αντιμετώπιση αντάξια των προσδοκιών του βεληνεκούς του εστιατορίου.
Το Aleria και ο Γκίκας Ξενάκης μπορεί να μην ανήκουν στην κατηγορία των συγκλονιστικά πρωτόγνωρων γευστικών εμπειριών (χωρίς αυτό να σημαίνει, σε καμία περίπτωση, ότι στερούνται δημιουργικότητας και φαντασίας) έχουν όμως μια ευγένεια και ένα γαστρονομικό ήθος που τους κάνει να διεκδικούν επάξια τον τίτλο της ήρεμης δύναμης που σου προσφέρει αυτήν την ανακουφιστικά λυτρωτική θαλπωρή της σταθερής αξίας, στην οποία θες ή/και έχεις ανάγκη συχνά να επανέρχεσαι…
Ένα σταθερό σημείο αναφοράς, που δεν θα σε απογοητεύσει!
Πόσο σας ευχαριστούμε για αυτό!
Related Posts