Monk’s Beard

ΤΟ ΚΟΝΣΕΠΤ

Ο Αλέξανδρος Καρακατσάνης, άφου έκλεισε τον κύκλο του πετυχημένου “SAN MICHALI” στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων, αποφάσισε ν’ ανοίξει έναν νέο στην πρωτεύουσα της χώρας αυτήν την φορά και πιο συγκεκριμένα στην Νέα Σμύρνη. Σ’ έναν παράδρομο της Λεωφόρου Συγγρού, πίσω από την εκκλησία του Αγίου Σώστη, έστησε έναν φωτεινό, λιτό χώρο, πετιτριγυρισμένο από τζαμαρία και με πρωταγωνιστή την ανοιχτή κουζίνα και τον ξυλόφουρνο. Το μενού λοιπόν βασίζεται, ως επί το πλείστον, σε πιάτα που έχουν περάσει από τις φλόγες του ξυλόφουρνου. Η κουζίνα είναι κατά βάση ελληνική με κάποιες ανατολίτικες πινελιές (προδίδοντας την Λιβανέζικη καταγωγή της γυναίκας και συνοδοιπόρου του σεφ).

Άποψη της ανοιχτής κουζίνας

Ο ΧΩΡΟΣ

Περνώντας απέξω, ο ατμοσφαιρικός φωτισμός, η λιτή διακόσμηση και τα γήινα χρώματα τραβούν αμέσως το μάτι. Μπαίνοντας στον χώρο δεσπόζει στ’ αριστερά η ανοιχτή κουζίνα, το προσωπικό της κουζίνας που πηγαινοέρχεται και, φυσικά, οι φλόγες από τον ξυλόφουρνο που στέκει δίπλα στην κύρια είσοδο. Δεξιά απλώνεται η αίθουσα με τα τραπέζια: όχι πολλά τον αριθμό και μάλλον κάπως στριμόχωρα τοποθετημένα. 1 μεγάλο τραπέζι με χτιστό πάγκο απο την μία πλευρά μπορεί να φιλοξενήσει μεγάλες παρέες 8 ατόμων. Στο υπόλοιπο μαγαζί επικρατοούν τα διπλά και τετραπλά τραπέζια. Άνετες καρέκλες, ανοιχτό ξύλο συνδυασμένο με λευκά μαξιλάρια δίνουν τον χαλαρό τόνο και δημιουργούν έναν ζεστά φιλόξενο χώρο.

ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ

Κάρτα που ανανεώνεται συχνά, κρίνοντας, κυρίως, από την αρίθμηση στο μενού. Το μαγαζί είναι καινούργιο ακόμα και το επισκεφθήκαμε την 2η μόλις βδομάδα λειτουργίας του. 16 πιάτα συν 4 επιδόρπια μαζί με ψωμί και 7 επιλογές από τα αλλαντικά και τυριά που ετοιμάζει ο ίδιος ο σεφ αποτέλεσαν τις επιλογές την μέρα που το επισκεφθήκαμε. Το μενού βασίζεται στο κρέας και στα λαχανικά που στα περισσότερα πιάτα παντρεύονται. Τα ψωμιά ζυμώνονται στο μαγαζί και είναι προζυμένια.

Ο σεφ μας καλοσώρισε μ’ ένα άλειμμα τυριού για την πρώτη μπουκιά πάνω στην φέτα ψωμιού – ωραίο, ξινό το ψωμί από το προζύμι. Εν συνεχεία έφτασαν στο τραπέζι μας τα βούτυρα: για την ακρίβεια 2 αρωματισμένα βούτυρα (το ένα με καραμέλα και το άλλο με κουφοξυλιά) και λίγη γλίνα με καβουρδισμένους ξηρούς καρπούς. Δύσκολα αντισταθήκαμε και ομολογουμένως ήταν το κατάλληλο ζέσταμα (και κάπου εδώ εξαφανίστηκε και το υπόλοιπο ψωμί). Από τα τυριά διαλέξαμε το καρίκι (το οποίο σερβιρίστηκε με κυδωνόπαστο – ωραία ιδέα και πολύ γευστικό) ενώ απο τα αλλαντικά κινηθήκαμε στα χοιρινά: λούζα και πανσέτα. Ωραία κομμένα και δουλεμένα, η λούζα κατά τον τρόπο της Σύρου, με πολλά μπαχάρια και πρωτίστως κανέλα.

Η κάρτα δεν ξεχωρίζει ορεκτικά και κυρίως, επομένως η λογική είναι ότι διαλέγεις ό,τι σου γυαλίσει. Επίσης το στήσιμο ευννοεί το μοίρασμα αν και, φυσικά, μπορεί να παίξει κανείς και με ατομικά πιάτα. Μάλιστα προς αυτήν την κατεύθυνση βρήκα πολύ θετικό ότι προσφέρεται και μενού degustation, που δοκιμάζονται αρκετά από τα πιάτα της κάρτας μαζί με ένα πιάτο έκπληξη του σεφ. Εμείς κινηθήκαμε στην λογική του μοιράσματος και έτσι πρώτο (κανονικό) πιάτο που προσγειώθηκε στο τραπέζι μας ήταν η ρεβυθάδα φούρνου με την πικάντικη χαρίσα: νόστιμο πιάτο με ωραία μελωμένα τα ρεβύθια που απογείωναν γευστικά ο καπνός του ξυλόφουρνου και τα μπαχάρια από την χαρίσα. Οι λαχανοντολμάδες με κουνουπίδι είναι ένα βίγκαν πιάτο, αφού οι ντολμάδες είναι γεμιστοί με κουνουπίδι και κάθονται πάνω σε σάλτσα αβγολέμονο. Φουντίτσες ψητού κουνουπιδιού με ξηρούς καρπούς ολοκληρώνουν την παρουσίαση του πιάτου. Νόστιμο πιάτο που παίζει κυρίως με τις υφές, καλομαγειρεμένοι οι λαχανοντολμάδες. Σειρά είχε η ανοιχτή πίτα με ντομάτα, ελιές, κρεμμύδι, κάππαρη και χειροποίητη μοτσαρέλα: κάτι μεταξύ πίνσας και λαδένιας, με ρουστίκ χαρακτήρα. Ωραία, λεπτή ζύμη και καλή ισορροπία υλικών, σ’ ένα ακόμα νόστιμο πιάτο. Άλλη μια ανατολίτικη επιρροή εν συνεχεία: ανατολίτικα ζυμαρικά με πρόβειο κιμά και γιαούρτι. Τα ζυμαρικά θύμιζαν μαντί (ίσως), το πιάτο ήταν πασπαλισμένο με καβουρδισμένο κουκουναρόσπορο και μυρωδικά. Πολύ – πολύ γευστικό και μεστό. Τέλος ήρθε και το πιο ινστγκραμικό πιάτο, απ’ όσα διαλέξαμε: πετεινός με πάστα άγριων μανιταριών και ένα αβγολέμονο σε μοντέρνα version. Το πιάτο ήρθε με 2 φιλέτα πετεινού με κρούστα μπαχαρικών, που νοστίμιζαν το κρέας – χωρίς να είναι κάτι εξαιρετικό, ήταν καλομαγειρεμένο. Οι υφές είχαν και εδώ τον πρώτο λόγο (υδαρές – στιβαρό, τραγανό – ζουμερό κ.ο.κ) σ’ ένα πιάτο που ίσως δεν ήταν στο στιλ των υπολοίπων.

Αφήσαμε, αναγκαστικά, πολλές επιλογές (για τις οποίες πρέπει να επιστρέψουμε, ασφαλώς): τα καρότα στα κάρβουνα, τις αγκινάρες ιερουσαλήμ αλά Πολίτα, το αρωματικό ταρτάρ μόσου με ταμπουλέ, το κουνέλι με άγριο ρύζι και το πρόβατο με σελινόριζα. Ας όψεται η μικρή παρέα.

Γεύμα χωρίς επιδόρπιο γίνεται; Ασφαλώς και όχι. Άλλη μια ευχάριστη έκπληξη του μαγαζιού ήταν ότι απο τα 4 γλύκα μόνο το 1 ήταν με σοκολάτα (επιτέλους!): αφήσαμε για την επόμενη φορά την αμυγδαλόπιτα και την καπνιστή σοκολάτα και ενδώσαμε στο Γάλα στην τετάρτη και στο λιβανέζικο Halawet el Jiben. Πριν οτιδήποτε να τονίσω ότι το τελευταίο αποτελεί επαρκή αφορμή για να επισκεφθεί το μαγαζί και να παραγγείλει ΜΟΝΟ αυτό 🙂 Ζύμη από τυρί (μοτσαρέλα) και σιμιγδάλι γεμισμένη με κρέμα πασπαλισμένη με φυστίκι Αιγίνης και σερβιρισμένη με παγωτό καϊμάκι – ποίημα! Το γάλα στην τετάρτη, όπως ίσως προδίδει τ’ όνομα του, είναι 4 υφές γάλακτος (από παγωτό μέχρι λεπτή κρούστα εν είδει μπισκότου) με αρκετή κανέλα να δίνει ένα ωραίο σύνολο.

ΤΑ ΠΟΤΑ

Η λίστα των κρασιών υπερτερεί, των άλλων αλκοολούχων (πίσω έχει η αχλάδα την ουρά όμως – θα εξηγήσω). Αρκετές επιλογές σε αφρώδη (ως επί το πλείστον παραδοσιακής μεθόδου, εύγε!), 28 λευκά (4 επιλογές σε ποτήρι) με κύρια έμφαση στον ελληνικό αμπελώνα αλλά και με επιλογές από Γαλλία (Sancerre, Chablis, Προβηγκία κλπ), Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία (Ρισλιγκάρα, ασφαλώς), καμιά 30αριά κόκκινα (αντίστοιχα 5 επιλογές ποτήρι) με πρωταγωνιστή πάλι την Ελλάδα (με το πιο ακριβό, μάλιστα, να είναι μια “ΑΝΤΙΓΟΝΗ” του Οικονόμου, σοδειάς 2004) χωρίς να λείπει το Μπορντουδάκι και η Βουργουνδία. 5 επιλογές ροζέ (όχι, Whispering Angel δεν είχε – ευτυχώς) καθώς και 7 επιδόρπια (μέχρι Eiswein).

Όμως (και το τονίζω αυτό): υπάρχουν και κάτι λίγες επιλογές σε Gin, Vermouth, Negroni, Liqeur. Υπό κανονικές συνθήκες δεν θα το είχα προσέξει καν στον κατάλογο. Αλλά όταν μας είπε ο σερβιτόρος ότι ο σεφ φτιάχνει το δικό του τζιν, σηκώσαμε φρύδι και είπαμε “οκ, για απεριτίφ”. Τελικά βγάλαμε το γεύμα με το gin του σεφ: ήπιο, με έντονα τα εσπεριδοειδή και με ίχνη βοτανικότητας. Μια χαρά ταίριαξε με τα περισσότερα πιάτα μας και κάπως έτσι δεν καταλάβαμε πώς δεν παραγγείλαμε κρασί.

ΣΤΟ ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Ωραίο, γουστόζικο μαγαζί, ζεστή ατμόσφαιρα, comfort φαγητό, περιεκτική κάρτα κρασιών, αβανταδόρικο κόνσεπτ με τον ξυλόφουρνο. Φιλικό το σέρβις, με χιούμορ – ίσως λίγο άνευρο, υποθέτουμε λόγω ξεκινήματος. Θα ξαναπάμε γιατί αφήσαμε ανοιχτούς λογαριασμούς 🙂

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Δίπλα 2, 117 45, Νέα Σμύρνη. Κρατήσεις μέσω i-host. Πληρώσαμε 38 ευρώ το άτομο (χωρίς ποτά) για 3 πιάτα ανά άτομο και ψωμί με τα συνοδευτικά. Για περισσότερες πληροφορίες: https://www.instagram.com/monks.beard/

Leave a Reply